Παρασκευή, Δεκεμβρίου 01, 2006

ΒΥΡΩΝ ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ - Οι απόψεις του για την Αστυνομία ΠΡΙΝ τις εκλογές του 2004


Κι όμως, ο εντιμότατος Υπουργός Δημοσίας Τάξεως κ. Λόρδος Βύρων Πολύδειρας
είχε εκφράσει "ελαφρώς" διαφορετικές θέσεις για τη λειτουργία της Αστυνομίας
λίγο πριν η Νέα Δημοκρατία νικήσει στις εκλογές του 2004.

Ειδικά στο σημείο που λέει:

«[...] να κάνουμε τη διάκριση μεταξύ Αστυνομίας και "πραιτοριανής" φρουράς. Άλλο Αστυνομία και άλλο "πραιτοριανοί φύλακες". Άλλο φύλακες της κοινωνίας και άλλο φύλακες του καθεστώτος. Η διαφορά έγκειται στη γραμμή που χωρίζει τους άγραφους νόμους της Αντιγόνης από τα διατάγματα του Κρέοντα. [...]»
[Σ.Σ.: Στη φωτογραφία, το μάτι του κ. Πολύδειρα γυαλίζει, όσο αυτός ετοιμάζεται να καταγγείλει την «κλωτσιά από τη Θεσσαλονίκη» που του χαλάει το προφίλ των (άλλου είδους) πραιτώρων].


Ολόκληρο το κείμενο, με ημερομηνία 28 Ιανουαρίου 2004

ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

ΒΥΡΩΝ Γ. ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ
Βουλευτής Β΄ Αθηνών – ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Σοφοκλέους 5, 105 59 Αθήνα, Τηλ.: 210 324 2550, Φαξ: 210 324 3650Κιλκίς 20, 155 62 Χολαργός, Τηλ.: 210 652 8000, Φαξ: 210 656 1419

Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΣΗΜΕΡΑ

Από ένα «κοινωνικό συμβόλαιο» έχει γεννηθεί (από συστάσεως των πρώτων οργανωμένων κοινωνιών) η Αστυνομία. Το περιεχόμενο αυτού του «κοινωνικού συμβολαίου» είναι απλό. Αντί αυτοάμυνας από κάθε έναν πολίτη χωριστά απέναντι στον κακοποιό, αναθέτουν οι πολίτες στην αστυνομία την φύλαξη και προάσπιση της ζωής, σωματικής ακεραιότητας, τιμής και περιουσίας τους. Αυτό είναι όλο. Η άμυνα του καλού προς το κακό, του πολίτη προς τον αποκλίνουσας και κινδυνώδους συμπεριφοράς συνάνθρωπο τους, παραβάτη ή κακοποιό, γίνεται έτσι πιο αποτελεσματική, συστηματική και τελεσφόρος. Οι πολίτες ασχολούνται απερίσπαστοι με τα ειρηνικά τους έργα. Η φύλαξη τους, η ασφάλεια τους, ανατίθενται σε ειδικούς, σε εκπαιδευμένους, σε επαγγελματίες. Στην Αστυνομία.

Θυμίζω αυτό το νήμα γενέσεως της Αστυνομίας για να υπογραμμίσω την έννοια της ηθικής και δημοκρατικής νομιμοποίησης που υπάρχει ιστορικά και θεμελιακά μέσα στην ίδια την αστυνομική υπόσταση και λειτουργία. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα και πολιτικά ωφέλιμη αυτή η διάσταση του «κοινωνικού συμβολαίου» γιατί μας βοηθά να κάνουμε τη διάκριση μεταξύ Αστυνομίας και «πραιτοριανής» φρουράς. Άλλο Αστυνομία και άλλο «πραιτοριανοί φύλακες». Άλλο φύλακες της κοινωνίας και άλλο φύλακες του καθεστώτος. Η διαφορά έγκειται στη γραμμή που χωρίζει τους άγραφους νόμους της Αντιγόνης από τα διατάγματα του Κρέοντα.

Η δημοκρατικά νομιμοποιουμένη εξουσία (συνεπώς και Αστυνομία) και μόνον αυτή, έχει λόγον υπάρξεως στις Δημοκρατίες. Όλες οι άλλες μορφές και εκφάνσεις εξουσίας είναι απλά ανομιμοποίητες και κατά συνέπειαν αποκρουστέες. Η δημοκρατική νομιμοποίηση δεν είναι απλό συνώνυμο του κανόνα της πλειοψηφίας. Προαπαιτούνται για την αυθεντικότητα της και την εγκυροποίησή της και κάποια άλλα ποιοτικά ή ηθικά χαρακτηριστικά. Όπως: Πρώτον, ο σεβασμός της μειοψηφίας. Όσο πιο πολύ εισακούεται (από την κραταιά πλειοψηφία) η γνώμη της μειοψηφίας, τόσο πιο στέρεη και αποτελεσματική καθίσταται όχι μόνον η εφαρμογή του νόμου αλλά και η ίδια η ουσία της κοινωνικής συνοχής. Και αντιστρόφως, όσο πιο πολύ δυναστεύεται και περιφρονείται η μειοψηφία, τόσο διακυβεύεται η κοινωνική συνοχή. Δεύτερον, ο νόμος να είναι καλός και δίκαιος. Να μην είναι το περιεχόμενο του νόμου απομακρυσμένο από τις ηθικές αρχές, αξίες και παραδοχές της κοινωνίας. Και τρίτον, ο νόμος να είναι απλός και ευανάγνωστος. Οι πολίτες να αντιλαμβάνονται αμέσως το σκοπό που ο νόμος υπηρετεί. Και να διαπιστώνουν εύκολα, αβίαστα, την σύνδεση (ή και ταύτιση) του σκοπού με το κοινό συμφέρον. Μόνον όταν συντρέχουν και αυτά τα πρόσθετα ποιοτικά και ηθικά προαπαιτούμενα, η εξουσία, ως επιβολή και κύρωση, ως σύλληψη και κράτηση, ως παρακολούθηση και ανάκριση, με όλη την ποικιλία μορφών και εκφάνσεων της, είναι ανεκτή. Μόνον τότε μετατρέπεται, μαγικά σχεδόν και σωτήρια για το κοινωνικό σύνολο, σε «αυτεπιβολή» κατ’ αντιδιαστολή προς την «ετεροεπιβολή». Το υποκείμενο, ο φορέας της εξουσίας, όσο πιο κοντά βρίσκεται προς το αντικείμενο, τον δέκτη της εξουσίας, τόσο πιο ελαφρύ γίνεται το βάρος της ασκήσεώς της. Έτσι φεύγουμε από την περιοχή της «εξουσίας της βίας» και εισερχόμαστε στην περιοχή της «θεσμικής εξουσίας». Η θεσμική εξουσία έχει αναλογίες με μιαν άλλη συγγενή νομική και κοινωνική, καταξιωμένη εννοώ στη συνείδηση του λαού, έννοια, αυτήν του εθίμου. Που ορίζεται ως «μακρά και ομοιόμορφη άσκηση (πράξης ή συμπεριφοράς) εν πεποιθήσει (όχι μόνον από πλευράς πράττοντος αλλά συνολικά από πλευράς κοινωνίας και λαού) δικαίου». Αυτή είναι η θεσμική, ηθική και αξιακή διάσταση της Αστυνομίας. Γι αυτήν ομιλώ. Υπέρ αυτής υπεραμύνομαι.

Η Αστυνομία σήμερα πρέπει (οφείλει η Πολιτεία αλλά και η ίδια η Αστυνομία ως αυτοδύναμος οργανισμός) να ανανεώσει (να ανανεώνει διαρκώς) στο ρόλο και στη δράση της την ηθική νομιμοποίηση της στην κοινωνία. Προς τούτο επιβάλλεται:
I. Η αναβάθμιση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας. Κανένας πολίτης δεν προτίθεται να πληρώσει φόρο ενός Ευρώ για «δήθεν» παροχή υπηρεσιών. Για ηλαττωμένες, κακές υπηρεσίες ή ακόμη και ανύπαρκτες υπηρεσίες που αφορούν μάλιστα τα βασικά αγαθά του πολίτη, όπως της ζωής, τιμής, περιουσίας και ασφάλειας, κανένας πολίτης δεν συναινεί. Διαμαρτύρεται, εξανίσταται και τελικά αίρει την εμπιστοσύνη του από την κυβέρνηση, τους αντιπροσώπους του και από το σύστημα. Το τελευταίο είναι το χειρότερο. Η αποτελεσματικότητα στα ζητήματα ασφάλειας, νόμου και τάξεως, είναι ζωτικής σημασίας οπωσδήποτε, αλλά την ίδια ώρα είναι και ο σταυρός της δημοκρατικότητας. Γιατί η αποτελεσματικότητα συναντάται με το άβατο των ανθρωπίνων και ατομικών δικαιωμάτων. Αναζητείται ο τρόπος και ο δρόμος ώστε το ιερό άβατο των ατομικών δικαιωμάτων να μην παραβιασθεί στο όνομα της αστυνομικής αποτελεσματικότητας. Κάθε εποχή και κάθε κοινωνία πρέπει να λύει την ίδια άσκηση. Να τέμνει τη διαφορά. Αντιμετωπίζοντας τις νέες ανάγκες και προκλήσεις. Η λεγόμενη ψηφιακή ασφάλεια (digital security) για παράδειγμα, εισβάλλουσα στη ζωή μας, κονιορτοποιεί τον πυρήνα της ιδιωτικής-προσωπικής συμπεριφοράς (privacy). Χρειάζεται προσοχή και πρόνοιες σε επίπεδο τεχνολογικής άμυνας και διεθνούς νομικής και πολιτικής συνεργασίας. Οι ίδιες σκέψεις ισχύουν και στο θέμα της αντιμετώπισης του επίκαιρου εγκληματικού φαινομένου της διεθνούς τρομοκρατίας. Εδώ η υπόθεση, τόσο από επιτελική άποψη όσο και από επιχειρησιακή, είναι αστυνομική στον μέγιστο και ανώτατο δυνατό βαθμό. Δεν μπορεί να προσλάβει άλλον χαρακτήρα και χαρακτηρισμό. Οι στρατιωτικές υπεροπλίες, που φαίνεται να διεκδικούν τον πρώτο ρόλο στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, μοιάζουν σαν τους ελέφαντες του Δαρείου στα Γαυγάμηλα που υποχωρούσαν από τον ήχο των κρουομένων ασπίδων του Αλεξάνδρου και καταπατούσαν τους Πέρσες μισθοφόρους στρατιώτες. Ο δρόμος και ο τρόπος είναι αυτός της αστυνομικής αντιμετώπισης και καταπολέμησης. Δεν μιλώ φυσικά για την εξάλειψη των γενεσιουργών λόγων και αιτίων της τρομοκρατίας, γιατί αυτή η άποψη είναι για τους αργόσχολους κενολόγους ρήτορες και αφελείς πολιτικούς αναλυτές ή για τους επαγγελματίες αριστερούς ή καλύτερα αριστεριστές.
II. Εκσυγχρονισμός των αστυνομικών μέσων και του τεχνολογικού εξοπλισμού. Έγκυρα και αξιόπιστα εργαλεία να αποκτώνται. Και ταιριαστά, δηλαδή κατάλληλα, για τις Ελληνικές συνθήκες δράσεως. Τις γεωγραφικές, συγκοινωνιακές, κλιματολογικές, κοινωνικές ή κοινωνιολογικές και όλες τις άλλες. Και να μην ξεχνούμε πως για όλα απαιτείται το αξιόλογο και εκπαιδευμένο προσωπικό να είναι το πράγματι κατάλληλο για τη χρήση των τεχνολογικών μέσων. Και ακόμη, πως για όλα απαιτείται συντήρηση. Οι υπανάπτυκτες χώρες, κοινωνίες και διοικήσεις, ένα πράγμα αγνοούν κατά σύστημα (σε αντίθεση προς τις προηγμένες χώρες) : την συντήρηση (maintenance) κτιρίων, υποδομών, τεχνολογικού εξοπλισμού κ.λπ.. Εδώ προμηθεύονται εργαλεία χάριν της προμήθειας (από κάθε έννοια και άποψη) που σκουριάζουν αχρησιμοποίητα στα υπόγεια των δημοσίων υπηρεσιών.
III. Εκσυγχρονισμός στις διοικητικές δομές και εξευρωπαϊσμός των λειτουργικών διαρθρώσεων απαιτείται να γίνει το ταχύτερο δυνατό. Παράδειγμα: δεν νοείται στις σύγχρονες διοικητικές οργανώσεις να είναι χωριστά το Υπουργείο Εσωτερικών από το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως. Στο κεφάλαιο της αρτιότερης διάταξης των δυνάμεων και του συντονισμού των μεθόδων δράσεως υπάγονται τα ζητήματα της οργάνωσης του Αστυνομικού Τμήματος ανά πόλη, του Τμήματος Ασφαλείας, των εποχούμενων περιπολιών, των πεζών περιπολιών, των φυλακίων θέσεως, της Τροχαίας κίνησης και φύλαξης, της εναέριας κατόπτευσης και καταδίωξης, των ειδικών μονάδων αμέσου επεμβάσεως και ούτω καθεξής. Τεχνογνωσία, μεθοδικότητα, εξοπλισμός, εκπαίδευση (διαρκής), ιδού το τετράπτυχο της σύγχρονης αστυνομίας. Εννοείται, ότι πρέπει στον τομέα αυτό να αξιοποιήσουμε ή εκμεταλλευθούμε την πρόκληση της ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 ως χρυσή ευκαιρία για τον συνολικό και μόνιμο εκσυγχρονισμό της αστυνομίας!
IV. Άφησα τελευταίο το μέγα θέμα του προσωπικού. Ασφαλώς και πρέπει να κυριαρχήσει στην υπαλληλική σχέση και λειτουργία ή αξιοκρατία, η επαγγελματική ευσυνειδησία και το εύορκον της αποστολής. Πρέπει να εξοβελισθεί ο κομματισμός αμέσως τώρα. Είναι προτεραιότητα βεβαιωμένης και άμεσης αναγκαιότητας. Να εξετασθούν σοβαρά όλες οι αδικίες, όπως: ποιος προάγεται και ποιος όχι, ποιος παίρνει τις καλές θέσεις και ποιος όχι, ποιος τις υπερωρίες και τα εκτός έδρας, τα ταξίδια και τις εκπαιδευτικές άδειες και ούτω καθεξής. Είναι γνωστές και «σεσημασμένες» όλες οι εστίες της αδικίας. Δεν γίνεται κατ’ ουδένα τρόπον καμμιάς μορφής αδικία ανεκτή πλέον. Οι άνθρωποι και φυσικά και οι αστυφύλακες (απλοί και βαθμοφόροι) δεν ζητούν προνόμια και αθέμιτες εύνοιες. Για δικαιοσύνη και ισονομία διψούν.

Δύο ακόμη ακροτελεύτια ζητήματα. Πρώτο, η επαγγελματική αλληλεγγύη πρέπει να εμπεδωθεί στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Δηλαδή, η εσωτερική διοικητική λειτουργία, με την συνεργασία και όχι την αντιπαλότητα μεταξύ βαθμοφόρων και μη, η ιεραρχική σχέση και η πειθαρχία σε ένα, όλα πρέπει να κατατείνουν στην επίτευξη του βέλτιστου αποτελέσματος. Εδώ εμφιλοχωρεί και η συζήτηση για την χρήση του όπλου (όχι μόνον του πυροβόλου, αλλά και του χημικού ή του απλού «κλομπ»). Ο νόμος έχει προβλέψεις. Η εφαρμογή των προβλέψεων περνάει μέσα από τα φίλτρα της συμπεριφοράς της πολιτικής καθώς και της υπηρεσιακής ηγεσίας. Με άλλα λόγια να μην μένει ακάλυπτος ο υπάλληλος από έλλειψη γενναιότητας (για να μην πούμε από δειλία) των φυσικών και πολιτικών προϊσταμένων του! Και δεύτερο (και τελευταίο), το επίδομα επικινδυνότητας. Η πολιτεία το χρωστάει. Εμείς έχουμε δεσμευθεί να το αναγνωρίσουμε και να το αποδώσουμε. Εννοείται, ότι η αναγνώριση και απόδοση αυτή αποσυνδέεται οπωσδήποτε από τις δυσμενείς δημοσιονομικά επιπτώσεις στο ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό!

Αυτές είναι σε γενικές γραμμές οι σκέψεις και κατευθύνσεις για μια σύγχρονη Ελληνική Αστυνομία του 21ου αιώνα.-


Β.Γ.Π.
28. Ι. ’04

eXTReMe Tracker